- ἀκμαῖον
- ἀκμαῖοςin full bloommasc acc sgἀκμαῖοςin full bloomneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σταγρόν — Α (κατά τον Ησύχ.) «ξηρόν, θερμόν, ἀκμαῑον» … Dictionary of Greek
Προβελέγγιος, Αριστομένης — (Σίφνος 1850 – 1936). Έλληνας ποιητής και δραματικός συγγραφέας. Ως φοιτητής της φιλοσοφικής σχολής στην Αθήνα άρχισε να γράφει, σε αυστηρή καθαρεύουσα, μακρόστιχα ποιήματα, εμπνευσμένα κυρίως από την αρχαία μυθολογία (Θησεύς, το Μήλον της… … Dictionary of Greek
ԱՃՈՂԱԿԱՆՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 0050 Chronological Sequence: 8c, 12c գ. ԱՃՈՂԱԿԱՆՈՒԹԻՒՆ ԱՃՈՂՈՒԹԻՒՆ. Աճողական գոլն աճումն. զօրութիւն եւ ներգործութիւն աճելոյ. առուգութիւն. αὕξησις, τὸ ἁκμαῖον augmentum, vigor *Յայտնել վարկանելի է՝ որպէս կանաչս, զմանկականութիւնն եւ… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ԱՃՈՂՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 1 0050 Chronological Sequence: 8c, 12c գ. ԱՃՈՂԱԿԱՆՈՒԹԻՒՆ ԱՃՈՂՈՒԹԻՒՆ. Աճողական գոլն աճումն. զօրութիւն եւ ներգործութիւն աճելոյ. առուգութիւն. αὕξησις, τὸ ἁκμαῖον augmentum, vigor *Յայտնել վարկանելի է՝ որպէս կանաչս, զմանկականութիւնն եւ… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)